Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τερακότα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τερακότα η [terakóta] Ο25α : α. ειδικά κατεργασμένος πηλός για την κατασκευή κεραμικών. β. κομψοτέχνημα από το παραπάνω υλικό.

[ιταλ. terracotta (αρχική σημ.: `ψημένη γη΄)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες