Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τεκμηρίωση η [tekmiríosi] Ο33 : η συγκέντρωση τεκμηρίων και η χρησιμοποίησή τους για την υποστήριξη μιας άποψης ή μιας θεωρίας. || το σύνολο των τεκμηρίων.
[λόγ. < ελνστ. τεκμηρίω(σις) -ση]