Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τέως [téos] Ε (άκλ.) : που ήταν αμέσως πριν από το σημερινό ή που είναι ο τελευταίος της σειράς· (πρβ. πρώην): Ο ~ πρωθυπουργός. Ο ~ βασιλιάς. H ~ σύζυγος. || (ως ουσ. και στα τρία γένη, προφ.): Οι δηλώσεις του ~.
[λόγ. < αρχ. τέως `κάποτε, μέχρι τώρα΄]