Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τέτανος ο [tétanos] Ο19 : ασθένεια, συνήθ. θανατηφόρα, που οφείλεται σε τραυματική λοίμωξη από βακτηρίδιο πολύ τοξικό και που έχει ως χαρακτηριστικό σύμπτωμα τις πολύ έντονες συσπάσεις.
[λόγ. < αρχ. τέτανος `σπασμωδική ακαμψία΄]