Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τένοντας
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τένοντας ο [ténondas] Ο5 : δέσμη από νεύρα που συνδέει τους μυώνες με τα οστά.

[λόγ. < αρχ. τένων, αιτ. -οντα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες