Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σχετικισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σχετικισμός ο [sxetiizmós] Ο17 : (φιλοσ.) σχετικοκρατία.

[λόγ. σχετικ(ός) -ισμός μτφρδ. γαλλ. relativisme ή αγγλ. relativism]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες