Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σφυρίχτρα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σφυρίχτρα η [sfiríxtra] Ο25 : μικρό, μεταλλικό ηχητικό όργανο, με κυλινδρικό ή κυκλικό σχήμα, που καταλήγει σε στόμιο· όταν φυσήξουν μέσα στο στόμιο παράγεται ένας δυνατός, διαπεραστικός ήχος που ρυθμίζεται από ένα κινητό σφαιρίδιο στο εσωτερικό του οργάνου. || τμήμα συσκευών ή μηχανώνπου λειτουργούν με ατμό, το οποίο παράγει έναν ήχο σαν της σφυρίχτρας και που χρησιμεύει για να δίνει σήματα προειδοποίησης: H ~ του πλοίου / του τρένου.

[σφυρικ- (σφυρίζω) -τρα με ανομ. τρόπου άρθρ. [kt > xt] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες