Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συντροφικότητα η [sindrofikótita] Ο28 : η ιδιαίτερη σχέση που υπάρχει μεταξύ συντρόφων: Οι μαθητές καλλιέργησαν το πνεύμα της συνεργασίας, της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας. H ~ συνδέει τους συζύγους.
[λόγ. σύντροφικ(ός) -ότης > -ότητα]