Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συντομία η [sindomía] Ο25 : 1.η ιδιότητα του σύντομου, η ολοκλήρωση μιας ενέργειας σε σύντομο, σε βραχύ χρόνο: Για ~ δεν κάνει πολλές στάσεις το λεωφορείο. Είναι μεγάλη ~ να ταξιδεύεις με αεροπλάνο. || βραχυλογία: Εκτιμώ τη ~ και τη σαφήνεια του λόγου του. (λόγ. έκφρ.) χάριν* συντομίας. 2. (σε επιρρηματική χρήση) με ~, με λίγα λόγια που συνοψίζουν κτ. εκτενέστερο: Πες μου, με ~, τι συνέβη. (λόγ. έκφρ.) εν ~, με συντομία.
[λόγ. < αρχ. συντομία `βραχυλογία΄ & σημδ. γαλλ. brièveté]