Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συνομιλία η [sinomilía] Ο25 : συζήτηση. || (ειδικότ.) ανταλλαγή απόψεων σε μια συνάντηση υπηρεσιακών παραγόντων ή επίσημων προσώπων: Άρχισαν οι συνομιλίες των υπουργών της ΕΕ. Στις συνομιλίες που είχαν οι δύο πρωθυπουργοί έθιξαν θέματα εξωτερικής πολιτικής.
[λόγ. συνομιλ(ώ) -ία μτφρδ. γαλλ. conversation (πρβ. το μσν. συνομιλία `επαφή΄)]