Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συνοδευτικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συνοδευτικός -ή -ό [sinoδeftikós] Ε1 : που συνοδεύει κτ., που γίνεται, παρουσιάζεται ή αποστέλλεται μαζί με κτ. άλλο: Συνοδευτική έκθεση. Συνοδευτικό έγγραφο.

[λόγ. συνοδεύ(ω) -τικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες