Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συνδαύλισμα το [sinδávlizma] & συδαύλισμα το [siδávlizma] κυρίως στη σημ. 1 Ο49 : η ενέργεια του συνδαυλίζω: 1. Tο ~ της φωτιάς. 2. (μτφ.): Tο ~ των παθών.
[λόγ. συνδαυλισ- (συνδαυλίζω) -μα· συδαυλισ- (συδαυλίζω) -μα]