Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συναισθηματισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συναισθηματισμός ο [sinesθimatizmós] Ο17 : η τάση ενός ατόμου να αντιμετωπίζει τις καταστάσεις συναισθηματικά και όχι ρεαλιστικά και αντικειμενικά. || (πληθ.) ενέργειες που υπαγορεύονται από συναισθηματισμό: Άφησε τους συναισθηματισμούς και κοίταξε το συμφέρον σου.

[λόγ. συναισθηματ- (συναίσθημα) -ισμός μτφρδ. γαλλ. sentimentalisme]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες