Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συμφωνών -ούσα -ούν [simfonón] Ε12β : (λόγ., συνήθ. ως ουσ., στον πληθ.) αυτός που συμφωνεί, που εκφράζει την ίδια άποψη με κπ. άλλο: Οι διαφωνούντες είναι περισσότεροι από τους συμφωνούντες.
[λόγ. μεε. του ρ. συμφωνώ]