Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συμφωνικός
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συμφωνικός 1 -ή -ό [simfonikós] Ε1 : (γραμμ.) που έχει σχέση με τα σύμφωνα: Συμφωνικό σύμπλεγμα, συνδυασμός δύο ή περισσότερων συμφώ νων.

[λόγ. σύμφων(ον) 1 -ικός μτφρδ. γαλλ. consonantique]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συμφωνικός 2 -ή -ό : που έχει σχέση με τη συμφωνία 2 ή που έχει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της συμφωνίας: Συμφωνικό έργο. Συμφωνική μουσική. Συμφωνική ορχήστρα, για συμφωνική μουσική. Συμφωνικό ποίη μα, ορχηστρικό κομμάτι που αναφέρεται συνήθ. σε ένα ποιητικό κείμενο ή σε μια ιστορία.

[λόγ. < γαλλ. symphonique < symphon(ie) = συμφων(ία) 2 -ique = -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες