Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συμπαθεια
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συμπάθεια η [simbáθia] Ο27 : 1α.η συναισθηματικά θετική στάση απέναντι σε ένα πρόσωπο, το θετικό συναίσθημα που δεν έχει όμως την ένταση της αγάπης. ANT αντιπάθεια: Tρέφω μεγάλη ~ για κπ. Kερδίζω τη ~ κάποιου. Εκδηλώνω / δείχνω τη συμπάθειά μου. (έκφρ.) (δεν) έχει πολλές συμπάθειες, (δεν) τον συμπαθούν πολλοί. || ενδιαφέρον ή προτίμη ση για κτ.: Δεν έχει ιδιαίτερη ~ στο ποδόσφαιρο. β. ερωτικό ενδιαφέρον που στηρίζεται κυρίως στη συναισθηματική έλξη: Είχαν μια ~ που κατέληξε σε γάμο. Ήταν μια απλή ~, όχι φλογερός έρωτας. γ. όποιος ή ό,τι είναι το αντικείμενο της συμπάθειας κάποιου: H Mαρία είναι η συμπάθειά μου. Tο κόκκινο είναι η συμπάθειά του. 2. το συναίσθημα που δημιουργείται από τη συμμετοχή στον πόνο ή στην ανάγκη κάποιου και που συνήθ. εκδηλώνεται με ανάλογο τρόπο: Ευχαριστώ όλους όσοι εκδήλωσαν τη συμπάθειά τους στη δοκιμασία μου. H κυβέρνηση εκφράζει τη συμπάθειά της στους σεισμοπλήκτους. Λόγια συμπάθειας. || θετική αντιμετώπιση: Ο υπουργός άκουσε με ~ τα αιτήματα των εργαζομένων. Οι κριτικοί είδαν με ~ το έργο του νέου σκηνοθέτη.

[λόγ. < αρχ. συμπάθεια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες