Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συλφίδα η [silfíδa] Ο26 : 1.νεράιδα, στη μυθολογία της βόρειας Ευρώπης. 2. (μτφ.) ωραία, λυγερή και ευκίνητη γυναίκα, που μοιάζει με αέρινο πλάσμα: Aδυνάτισε, κόμψυνε και έγινε (σαν) ~.
[λόγ. < γαλλ. sylph(ide) -ίδα (ορθογρ. δαν.)]