Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συλλαβογραφικός -ή -ό [silavoγrafikós] Ε1 : που αναφέρεται, που στηρίζεται στη συλλαβογραφία: Συλλαβογραφικό αλφάβητο.
[λόγ. συλλαβογραφ(ία) -ικός]