Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συγκράτηση η [siŋgrátisi] Ο33 : η ενέργεια του συγκρατώ: Mε τα φίλτρα επιτυγχάνεται η ~ των βλαβερών ουσιών. ~ των τιμών / του πληθωρισμού.
[λόγ. < ελνστ. συγκράτη(σις) -ση]