Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: στίλβη
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
στίλβη η [stílvi] Ο30 : (μετεωρ.) φαινόμενο κατά το οποίο παρουσιάζεται μια συνεχής και γρήγορη μεταβολή στη λαμπρότητα και στο χρώμα των αστέρων, ένα τρεμοφέγγισμα· (πρβ. μαρμαρυγή1).

[λόγ. < αρχ. στίλβη `λάμπα΄, κατά τη σημ. του στίλβω (δες στίλβων), σημδ. γαλλ. scintillation]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες