Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σούπερμαν ο [súperman] Ο (άκλ.) : α. Σούπερμαν, ήρωας νεότερων αφηγημάτων και κόμικς με υπεράνθρωπες δυνάμεις και ικανότητες. β. (προφ.) υπεράνθρωπος.
[λόγ. < αγγλ. superman]