Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σουτιέν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σουτιέν το [sutxén] Ο (άκλ.) : γυναικείο εσώρουχο που συγκρατεί το στήθος· στηθόδεσμος.

[λόγ. < γαλλ. soutien-gorge]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες