Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σοβιέτ
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σοβιέτ το [soviét] Ο (άκλ.) : στη Ρωσία, συμβούλιο των αντιπροσώπων των εργατών, αγροτών και στρατιωτών κατά την επανάσταση του 1917. || Aνώτατο Σοβιέτ, το κύριο όργανο του Σοβιετικού κράτους που το αποτελούσαν οι αντιπρόσωποι του λαού.

[λόγ. < γαλλ. soviet < ρωσ. soviet `συμβούλιο΄]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σοβιετικός -ή -ό [sovietikós] Ε1 : που ανήκει ή που αναφέρεται στα σοβιέτ: Σοβιετική Ένωση, Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, ονομασία ομόσπονδου κράτους που διαλύθηκε το 1991. || που ανήκει ή που αναφέρεται στη Σοβιετική Ένωση: Σοβιετική κυβέρνηση. Σοβιετικό διαστημόπλοιο. ~ πολίτης· (πρβ. ρωσικός).

[λόγ. < γαλλ. soviétique < soviet = σοβιέτ -ique = -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες