Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σκόρερ ο [skórer] Ο (άκλ.) : παίκτης που έχει σημειώσει βαθμούς ή τέρματα σε μια αθλητική συνάντηση: Πρώτος ~ του αγώνα αναδείχθηκε ο τάδε.
[λόγ. < αγγλ. scorer]