Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σκυλοκαβγάς
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σκυλοκαβγάς ο [skilokavγás] Ο1 : 1. (οικ.) καβγάς ανάμεσα σε σκύλους. 2. (μτφ.) μεγάλος καβγάς, συνήθ. με δυνατές φωνές.

[σκυλο- + καβγάς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες