Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σκευή η [skeví] Ο29 : το σύνολο των αντικειμένων τα οποία είναι απαραίτητα σε κπ. για την εκπλήρωση κάποιου έργου· ο εξοπλισμός: H ~ του μηχανικού. || (μτφ.): H ~ του φιλολόγου.
[λόγ. < αρχ. σκευή]