Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σατακρούτα η [satakrúta] & σαντακρούτα η [sandakrúta] Ο25α : παλαιά ονομασία χοντρού μεταξωτού υφάσματος για ανδρικά ρούχα.
[ιταλ. seta cruda `ακατέργαστο μετάξι΄ με υποχωρ. αφομ. [e-a > a-a] και αποηχηροπ. [d > t] · ηχηροπ. [t > d] ]