Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σαπουνάδα η [sapunáδa] Ο26 : α. ο αφρός που δημιουργεί το σαπούνι ή άλλο απορρυπαντικό όταν διαλύεται στο νερό. β. το νερό στο οποίο έχου με διαλύσει σαπούνι ή άλλο απορρυπαντικό και του οποίου η επιφάνεια καλύπτεται από αφρούς· σαπουνόνερο.
[σαπούν(ι) -άδα]