Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σαντούρι το [sandúri] Ο44 : έγχορδο μουσικό όργανο της Aνατολής, με ηχείο σε σχήμα τραπεζίου και μεταλλικές χορδές κατά μήκος των δύο παράλληλων πλευρών του, το οποίο παίζεται με δύο λεπτά ραβδάκια τυλιγμένα στην άκρη με βαμβάκι.
[τουρκ. santur (από τα αραβ.) -ι]