Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σαμάνος ο [samános] Ο18 : μάγος σε φυλές της Aσίας, της Aφρικής, της Nότιας Aμερικής κτλ. που θεωρείται ότι μπορεί να επικοινωνεί με τα πνεύματα και να προσφέρει έτσι υπηρεσίες στη φυλή του.
[λόγ. < γαλλ. chaman -ος < ρωσ. shaman (από γλ. της κεντρικής Aσίας)]