Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σέντρα η [séndra] Ο25α : (ποδ.) α. το κέντρο του γηπέδου. β. μπαλιά που γίνεται από πλάγιο σημείο του γηπέδου προς το κέντρο της αντίπαλης άμυνας και όχι προς συγκεκριμένο παίκτη: Mακρινή ~. Ψιλοκρεμαστή ~.
[αγγλ. (βρετανικό) centr(e) -α]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σεντράρισμα το [sendrárizma] Ο49 : η ενέργεια του σεντράρω.
[σεντρά ρ(ω) -ισμα]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σεντράρω [sendráro] Ρ6α : κάνω σέντραβ.
[σέντρ(α) -άρω]