Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ρυπαρός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ρυπαρός -ή -ό [riparós] Ε1 : (λόγ.) βρόμικος. ANT καθαρός.

[λόγ. < αρχ. ῥυπαρός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες