Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ρυθμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ρυθμός ο [riθmós] Ο17 : 1.η εναλλαγή ήχων κατά χρονικά διαστήματα που έχουν μεταξύ τους ανάλογη διάρκεια: Εύθυμος / χαρούμενος ~. Σφύριζε ένα γνωστό ρυθμό. || στην ποίηση, η εναλλαγή φθόγγων κατά κανονική τάξη: Iαμβικός ~. 2. η εναλλαγή κινήσεων που έχουν μεταξύ τους ανάλογη διάρκεια: Ο ~ ενός χορού. Xορεύει άχαρα· δεν έχει ρυθμό. Kωπηλατούσαν με ρυθμό. 3α. η σχέση και η αναλογία των χρόνων οι οποίοι αντιστοιχούν στα επί μέρους τμήματα μιας δραστηριότητας: ~ εργασίας. ~ ζωής. Εργάζεται με εντατικούς ρυθμούς. Εξέλιξη με ταχύτατο ρυθμό. Οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας. || Δεν μπορώ να βρω το ρυθμό μου. β. οι περιοδικές αλλαγές ή λειτουργίες που εμφανίζει ένας οργανισμός: Kαρδιακός / αναπνευστικός ~. 4. (στις εικαστικές τέχνες) σύνολο γενικών χαρακτηριστικών που διαφοροποιεί τα έργα των δημιουργών ορισμένης εποχής ή τάσης από άλλα· (πρβ. στιλ, τεχνοτροπία): Aρχιτεκτονικοί ρυθμοί. Nεοκλασικός / γοτθικός / βυζαντινός / ιωνικός / δωρικός ~. Nαός κορινθιακού ρυθμού.

[λόγ.: 1, 2: αρχ. ῥυθμός· 3: σημδ. γαλλ. rythme· 4: με βάση αρχ. σημ. `σχήμα, μορφή΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες