Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρουτίνα η [rutína] Ο25α : η συνήθεια της καθημερινής, μηχανικής και τυποποιημένης επανάληψης των ίδιων δραστηριοτήτων και η δυσάρεστη έλλειψη εναλλαγής, πρωτοτυπίας, δημιουργικότητας κτλ.: H ~ της ζωής. Nα φύγουμε λίγο από τη ~ του σχολείου. || Εργασία / δουλειά ρουτίνας, που δεν έχει τίποτα το νέο, ιδιαίτερο, πρωτότυπο. Έλεγχος ρουτίνας. Επίσκεψη ρουτίνας, που γίνεται από συνήθεια.
[γαλλ. routin(e) -α]