Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρουλεμάν το [rulemán] Ο (άκλ.) : (μηχανολ.) στοιχείο των μηχανών για τη στήριξη περιστρεφόμενου άξονα και την ελάττωση της τριβής, το οποίο αποτελείται από δύο ομόκεντρους μεταλλικούς δακτύλιους με σφαίρες ή κυλίνδρους στο ενδιάμεσο διάστημα.
[λόγ. < γαλλ. roulemant]