Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρετσέτα η [retséta] Ο25α : α.(λαϊκότρ.) ιατρική συνταγή. || (επέκτ.) συνταγή μαγειρικής κτλ. β. (προφ., συνήθ. ειρ.) λεπτομερής κανόνας, οδηγία κτλ., που εφαρμόζεται κατά γράμμα, με τρόπο άκριτο και μηχανιστικό· (πρβ. τυφλοσούρτης): Εδώ θέλει φαντασία και ευρηματικότητα, όχι έτοιμες ρετσέτες.
[βεν. receta]