Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρεπουμπλικάνος ο [republikános] Ο18 θηλ. ρεπουμπλικάνα [republi kána] Ο25α : μέλος ή οπαδός ρεπουμπλικανικού κόμματος, συχνά ως επίθ.: Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος / γερουσιαστής. || (πληθ.) το ρεπουμπλι κανικό κόμμα: Οι ρεπουμπλικάνοι βρίσκονται στην εξουσία / έχουν την πλειοψηφία στη γερουσία των HΠA.
[ιταλ. repubblicano `όχι βασιλικός΄ -ς & λόγ. σημδ. αγγλ. republican· ρεπουμπλικάν(ος) -α]