Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ραπτική η [raptikí] Ο29 : η τέχνη του ραψίματος ενδυμάτων: Mαθήματα κοπτικής-ραπτικής. Οίκος ραπτικής. Yψηλή ~, για τους σπουδαιότερους σχεδιαστές ενδυμάτων: Στο Παρίσι έχουν την έδρα τους μερικοί από τους διασημότερους οίκους υψηλής ραπτικής.
[λόγ. < ελνστ. ῥαπτική]