Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρίνα η [rína] Ο25 : είδος ψαριού με πλακωτό και στενόμακρο σώμα, μεγάλο κεφάλι και αναπτυγμένα πτερύγια, και με συνολικό μήκος ως δύο μέτρα, που ζει στο βυθό της θάλασσας.
[αρχ. ῥίν(η) μεταπλ. -α]