Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρέκβιεμ το [rékviem] Ο (άκλ.) : νεκρώσιμη ή επιμνημόσυνη ακολουθία των καθολικών. || νεκρώσιμη ή επιμνημόσυνη μουσική σύνθεση.
[λόγ. < μσνλατ. requiem αιτ. του λατ. requies `ανάπαυση΄ (από την πρώτη λ. της λειτουργίας)]