Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ρέζους το [rézus] Ο (άκλ.) : (ιατρ., φυσιολ.) αντιγόνο που υπάρχει στα ερυθρά αιμοσφαίρια του αίματος των περισσότερων ανθρώπων (π.χ. στο 85% της λευκής φυλής) και του οποίου η παρουσία ή απουσία χρησιμοποιείται ως ένα από τα στοιχεία ταξινόμησης του αίματος σε ομάδες: ~ αρνητικό / θετικό.
[λόγ. < νλατ. rhesus (από επιστ. ονομασία γένους πιθήκων)]