Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πόστερ το [póster] Ο (άκλ.) : αφίσα με καλλιτεχνικό περιεχόμενο που αναρτάται κυρίως για διακόσμηση: Kρέμασα ένα όμορφο ~ στον τοίχο.
[λόγ. < αγγλ. poster]