Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πυρασφάλεια η [pirasfália] Ο27 : 1. προφύλαξη από τον κίνδυνο πυρκαγιάς καθώς και οι σχετικές ενέργειες· πυροπροστασία: Yπηρεσία / ομάδα πυρασφάλειας. Hλεκτρονικά συστήματα πυρασφάλειας. 2. ασφάλιση για πυρκαγιά.
[λόγ. πυρ(ο)- + ασφάλεια, μτφρδ.: 1: αγγλ. fire protection· 2: αγγλ. fire insurance]