Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πυγμαχώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πυγμαχώ [piγmaxó] Ρ10.9α : παίρνω μέρος σε αγώνες πυγμαχίας.

[λόγ. < αρχ. πυγμαχῶ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες