Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πτέρνα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πτέρνα η [ptérna] Ο25 : (λόγ.) η φτέρνα. (έκφρ.) η αχίλλειος* ~.

[λόγ. < αρχ. πτέρνα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες