Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πρωτεΐνη η [proteíni] Ο30 (συνήθ. πληθ.) : καθεμιά από τις οργανικές αζωτούχες ουσίες που είναι απαραίτητες για το σχηματισμό των κυττάρων· λεύκωμα
21: Tο γάλα και τα αυγά είναι πλούσια σε πρωτεΐνες. [λόγ. < γαλλ. protéine < αρχ. πρώτε(ιος) `πρώτης ποιότητας΄ (σφαλερά αντί πρῶτος) + -ine = -ίνη (επειδή θεωρήθηκαν η βάση κάθε ζωντανού οργανισμού)]