Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- προϊστορία η [proistoría] Ο25 : 1. η χρονική περίοδος πριν από τους ιστορικούς χρόνους, πριν από την ανακάλυψη των πρώτων γραπτών μαρτυριών (σε αντιδιαστολή προς την ιστορία). 2. κλάδος της ιστορίας που μελετάει την εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών πριν από τους ιστορικούς χρόνους. 3. (μτφ.) σύνολο γεγονότων που προηγήθηκαν χρονικά από κτ.: Για να καταλάβεις, πρέπει να ξέρεις την ~ της υπόθεσης.
[λόγ. προ- ιστορία (πρβ. ελνστ. προϊστοροῦμαι `αναφέρομαι πιο πριν΄) μτφρδ. γαλλ. préhistoire (< pré- = προ- + histoire = ιστορία)]