Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: προφυλακτήρας
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προφυλακτήρας ο [profilaktíras] & προφυλαχτήρας ο [profilaxtíras] Ο2 : κατασκευή ή σύστημα με το οποίο προστατεύεται κτ. και ειδικότερα, επίμηκες στοιχείο από μέταλλο ή από σκληρό πλαστικό, που τοποθετείται στο μπροστινό και στο πίσω κάτω άκρο του αμαξώματος ενός οχήματος, για να το προστατεύει σε μια σύγκρουση ή πρόσκρουση.

[λόγ. προφυλακ- (προφυλάσσω) -τήρ > -τήρας· προσαρμ. στη δημοτ. με ανομ. τρόπου άρθρ. [kt > xt] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες