Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- προμήνυμα το [promínima] Ο49 : 1. προειδοποιητικό μήνυμα, σημάδι για ένα γεγονός που πρόκειται να συμβεί, να ακολουθήσει· προάγγελμα: ~ πολέμου / καταιγίδας / καταστροφής. 2. μαντική προαίσθηση, οιωνός: Kαλά / κακά προμηνύματα.
[λόγ. < ελνστ. προμήνυμα `ανακοίνωση εκ των προτέρων΄ κατά τη σημ. του προμηνύω σημδ. γαλλ. présage]