Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- προγναθισμός ο [proγnaθizmós] Ο17 : (ανθρωπολ.) ειδική διαμόρφωση των γνάθων, κατά την οποία η άνω, η κάτω ή και οι δύο σιαγόνες προεξέχουν περισσότερο από το κανονικό σε ορισμένα άτομα ή σε φυλές· εξωγναθία: Ορισμένες φυλές της Aφρικής παρουσιάζουν προγναθισμό.
[λόγ. < γαλλ. prognathisme < prognath(e) = προγναθ(ικός) -isme = -ισμός]